Κουνάβι (Martes)
Κοινή ονομασία ειδών του γένους Martes της οικογένειας των μουστελιδών. Πρόκειται για σαρκοφάγα θηλαστικά, με σώμα μήκους 70 εκ., από τα οποία περίπου τα 25 καταλαμβάνει η ουρά. Το κ. έχει μυτερό κεφάλι, φέρει μικρά τριγωνικά αφτιά και ζωηρά μάτια.
Η οδοντοφυΐα του κ. είναι πλήρης (38 δόντια) με πολύ ανεπτυγμένους κυνόδοντες. Τα πόδια του, μάλλον κοντά, καταλήγουν σε πέντε δάχτυλα εφοδιασμένα με ισχυρά νύχια. Έχει σκούρο γκριζοκάστανο τρίχωμα, εκτός
από τον λαιμό και το στήθος που στα ενηλικιωμένα άτομα έχουν άσπρο χρώμα.

Το κ., διαδεδομένο στην κεντρική και στη βόρεια Ασία και στην Ευρώπη, λείπει από τις Σκανδιναβικές χώρες, τις Βρετανικές νήσους και τη Σαρδηνία, ενώ είδη του συναντώνται και στην Αμερική. Είναι πονηρό, άγριο και αδηφάγο ζώο.

Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, πουλιά, ερπετά και αμφίβια. Τρώει επίσης αβγά, τα οποία τρυπά για να ρουφήξει το περιεχόμενό τους.
Το φθινόπωρο τρέφεται και με καρπούς, λαχανικά και κονδύλους. Την ημέρα το κ. κρύβεται σε δασώδεις περιοχές και, αν η περιοχή είναι κατοικημένη, εγκαθίσταται σε σιτοβολώνες και θημωνιές και βγαίνει τη νύχτα για να επιτεθεί σε κοτέτσια, περιστερώνες και κονικλοτροφεία. Το κυνηγούν για τη γούνα του.
Το κουνάβι ζει κυρίως στην κεντρική και στη βόρεια Ασία και στην Ευρώπη, εκτός από τις σκανδιναβικές χώρες, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Σαρδηνία.