Μόσχος (Moschus)
Γένος αρτιοδάκτυλων μηρυκαστικών θηλαστικών της οικογένειας των μοσχιδών. Περιλαμβάνει 4 είδη μικρών ελαφιών χωρίς κέρατα, τα οποία χαρακτηρίζονται από την παρουσία μοσχοφόρων αδένων στην κοιλιακή περιοχή των αρσενικών. Σημαντικότερο είναι το είδος Moschus moschiferus, της κεντρικής και ανατολικής Ασίας.
Τα πίσω πόδια του είναι μακρύτερα και πιο ισχυρά από τα μπροστινά και η ράχη του είναι κυρτή.

Το αρσενικό φέρει μακριούς, αιχμηρούς κυνόδοντες οι οποίοι προεξέχουν από το στόμα.
Είναι ντροπαλό ζώο, δραστήριο κατά τις νυχτερινές ώρες. Κατά την αναπαραγωγική περίοδο το θηλυκό γεννά συνήθως ένα μικρό, ύστερα από κύηση περίπου 190 ημερών.
Ο μόσχος που παράγεται από τους αδένες των αρσενικών χρησιμοποιήθηκε αρχικά στη φαρμακευτική και αργότερα ως βάση των αρωμάτων στην αρωματοποιία.
Για τον λόγο αυτό το είδος κυνηγήθηκε εντατικά, με αποτέλεσμα να θεωρείται πλέον απειλούμενο με εξαφάνιση.