Λιοντάρι της θάλασσας (Otariinae)
Κοινή ονομασία πέντε ειδών θαλάσσιων πτερυγιόποδων θηλαστικών της οικογένειας των ωταριιδών (Otariidae)· αναφέρονται επίσης με την κοινή ονομασία θαλάσσιος λέων.
Τα πτερυγιόποδα αυτά, που είναι συγγενικά με τις φώκιες, έχουν ογκώδες, ατρακτοειδές σώμα, καλυμμένο από κοντό και σκληρό τρίχωμα, το χρώμα του οποίου ποικίλλει από κιτρινωπό και καστανοκόκκινο μέχρι μαύρο.
Ο λαιμός τους είναι σχετικά μακρύς και
αρκετά ευκίνητος και το κεφάλι τους έχει μεγάλα μάτια και ελάχιστα ανεπτυγμένα εξωτερικά πτερύγια αφτιών.
Η οδοντοστοιχία τους αποτελείται από 36 δόντια, κατάλληλα για να διαμελίζουν ψάρια, όστρακα και μαλάκια, με τα οποία τρέφονται.
Τα πίσω άκρα τους στρέφονται προς τα εμπρός, με αποτέλεσμα τα ζώα αυτά να βαδίζουν στην ξηρά και με τα τέσσερα άκρα· οι παλάμες και τα πέλματα στερούνται τριχώματος.
Τα λ. εμφανίζουν φυλετικό διμορφισμό, καθώς τα αρσενικά είναι πολύ μεγαλύτερα από τα θηλυκά και φέρουν χαίτη.
Το είδος Eumetopias jubatus, γνωστό και ως θαλάσσιος λέων του Στέλερ, είναι ο μεγαλύτερος αντιπρόσωπος της ομάδας και συναντάται στον Βόρειο Ειρηνικό, με μεγαλύτερη αφθονία στην Αλάσκα και στις Αλεούτες νήσους.
Τα ενήλικα αρσενικά έχουν μήκος περίπου 3 μ. και το βάρος τους μπορεί να ξεπεράσει τον έναν τόνο, ενώ τα θηλυκά είναι πολύ πιο μικρόσωμα.
Το σώμα τους φέρει κοντό, αραιό, καστανοκόκκινο τρίχωμα, σκουρότερο στην κοιλιά, το οποίο σχηματίζει πυκνή, κοντή χαίτη στα αρσενικά.
Την εποχή του ζευγαρώματος, από τον Απρίλιο μέχρι τα μέσα Ιουλίου, συγκεντρώνονται στις βραχώδεις ακτές των νησιών, σχηματίζοντας ομάδες από ένα αρσενικό και χαρέμι 10-30 θηλυκών.
Ο κυριότερος φυσικός εχθρός του είδους είναι η όρκα. Το εντατικό κυνήγι του από τον άνθρωπο οδήγησε σε μείωση των πληθυσμών του, με αποτέλεσμα να θεωρείται απειλούμενο με εξαφάνιση από το 1990.
Το είδος Ζalophus californianus (κοινώς θαλάσσιος λέων της Καλιφόρνια) ζει στα παράκτια ύδατα του Μεξικού και της Καλιφόρνια, στα νησιά Γκαλαπάγκος και στην Ιαπωνία.
Τα ενήλικα αρσενικά έχουν συνολικό μήκος σώματος περίπου 2,5 μ. και μέσο βάρος 350 κιλά, ενώ το βάρος των θηλυκών δεν ξεπερνά τα 100 κιλά· τα αρσενικά διακρίνονται επίσης λόγω της παρουσίας ενός οστέινου εξογκώματος στο μέτωπο.
Το τρίχωμα και των δύο φύλων είναι σκούρο καφέ. Χάρη στην ευκινησία και στην ευφυΐα τους, τα ζώα αυτά είναι περιζήτητα στο τσίρκο και στους ζωολογικούς κήπους, όπου εκπαιδεύονται και εκτελούν επιδείξεις.
Το είδος Otaria byronia ζει κατά μήκος των ακτών της Νότιας Αμερικής και στα γειτονικά αρχιπελάγη.
Το ενήλικα αρσενικά, σχεδόν τριπλάσια από τα θηλυκά, έχουν μήκος 2-2,5 μ., βάρος 200-350 κιλά και φέρουν χαίτη από μακριές και σκληρές τρίχες. Η γούνα και των δύο φύλων είναι σκούρα καστανή στη ράχη, κιτρινωπή στην κοιλιά.
Τα είδη Neophoca cinerea και Phocarctos hookeri συναντώνται στις ακτές και στα νησιά της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας, αντίστοιχα.
Το τρίχωμά τους είναι καστανό και σχηματίζει χαίτη στα αρσενικά.
Κατά τη διάρκεια του 19ου αι. τα θηλαστικά αυτά θηρεύονταν εντατικά για το άφθονο υποδόριο λίπος τους, σήμερα όμως προκειμένου να αποφευχθεί η εξαφάνισή τους, έχουν επιβληθεί αυστηροί περιορισμοί στο κυνήγι τους.
Ευμετωπίας (Εumetopias)
Γένος πτερυγιόποδων θηλαστικών της οικογένειας των ωταριιδών.
Μοναδικός αντιπρόσωπος του γένους αυτού είναι το είδος Εumetopias jubatus, γνωστό και ως θαλάσσιο λιοντάρι του Στέλερ.

Ωταριίδες (Otariidae)
οικογένεια μεγαλόσωμων υδρόβιων σαρκοφάγων θηλαστικών τής τάξης πτερυγιόποδα, με τυπικό το γένος ωταρία.