Μαρμότα (Marmota)
Γένος τρωκτικών θηλαστικών της οικογένειας των σκιουρίδων, το οποίο περιλαμβάνει 12 είδη. Το κυριότερο από αυτά ονομάζεται Marmota marmota και απαντά σε λιβάδια ή ξέφωτα δασών. Οι μ. περνάνε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε βαθιά λαγούμια, διαχειμάζοντας 9 μήνες ετησίως. Η διατροφή τους συνίσταται κυρίως από πράσινη βλάστηση, όπως γρασίδι, αλλά μπορεί να περιλαμβάνει και φρούτα, σπόρους και έντομα. Το σώμα της μ. είναι παχύ, μήκους 50-60 εκ., φέρει
κοντά πόδια και πυκνή γούνα, η οποία είναι απαλή και κιτρινοκαφέ στο σώμα και γκρίζα στο κεφάλι και στον αυχένα, ενώ η μύτη είναι άσπρη. Η ουρά είναι κοντή –μήκους 13-16 εκ.– και τριχωτή και απολήγει σε μία μαύρη τούφα. Η οδοντοστοιχία του δεν έχει κυνόδοντες και αποτελείται από τέσσερις κοπτήρες, που στα ενήλικα άτομα έχουν πορτοκαλί χρώμα, δώδεκα προγόμφιους και έξι γομφίους.

Το καλοκαίρι τρέφεται και παχαίνει πολύ, με φυτικές τροφές, όπως ρίζες, σπόρους και πόες.
Από τον Οκτώβριο έως τον Απρίλιο οι α. πέφτουν σε χειμερία νάρκη συγκεντρωμένοι κατά οικογένειες μέσα στη φωλιά τους, που αποτελείται από υπόγειους διαδρόμους και από έναν μεγάλο θάλαμο στρωμένο με ξερή χλόη.

Οι μ. ζουν σε ομάδες των 10-15 ατόμων: οι φρουροί προσέχουν την ομάδα και παράγουν ένα χαρακτηριστικό σφύριγμα ως προειδοποίηση σε περίπτωση κινδύνου. Η αναπαραγωγική περίοδος ξεκινάει στις αρχές της άνοιξης και τα μικρά (2-6 ανά γέννα) γεννώνται στις αρχές του καλοκαιριού, η ανάπτυξη συμπληρώνεται μέσα σε 3-4 χρόνια.
Ο α. είναι ζώο ημερόβιο, δειλό, καχύποπτο και προικισμένο με οξύτατες αισθήσεις.

Το γένος μαρμότα περιλαμβάνει δώδεκα είδη με κοινά χαρακτηριστικά και συνήθειες. Στην ανατολική Ευρώπη και μέχρι την κεντρική Ασία ζει η μαρμότα η μπόμπακ (Marmota bobak)· άλλα είδη, όπως η μαρμότα η δίχρωμος (με κίτρινη κοιλιά) (Marmota monax) είναι ευρύτατα διαδεδομένα στη Βόρεια Αμερική.