Ελληνική ονομασία της οικογένειας περισσοδάκτυλων θηλαστικών equidae, με μοναδικό αντιπρόσωπο το γένος Equus (ίππος).
Περιλαμβάνει γνωστά σύγχρονα είδη, μεταξύ των οποίων το άλογο, ο γάιδαρος και η ζέβρα, τα οποία χαρακτηρίζονται από την παρουσία μόνο ενός πλήρους δακτύλου σε κάθε άκρο, καθώς το τρίτο, το δεύτερο και το τέταρτο είναι ατροφικά και τοποθετημένα στα πλάγια του μετακαρπίου και του μεταταρσίου σαν
στιλέτα. Αυτό αποδεικνύει ότι οι σημερινοί ιππίδες προέρχονται από τριδάκτυλα ζώα, τα οποία έμοιαζαν με το γένος ιππάριο Hipparion.
Παλαιότερες προγονικές μορφές των ιππιδών, περιλάμβαναν διάφορα γένη, όπως τα Mesohippus, Meryhippus, Pliohippus, μέχρι το γένος Eohippus των αρχών του τριτογενούς (ηώκαινος εποχή) της Βόρειας Αμερικής.
Οι ιππίδες έχουν ευκίνητο σώμα με αρμονικές αναλογίες, το οποίο καλύπτεται από κοντό τρίχωμα συνήθως ομοιόμορφου χρώματος και σπανιότερα με ταινίες (ζέβρες).
Ο λαιμός είναι μακρύς, τα αφτιά όρθια και πολύ ευκίνητα.
Τα χείλη τους είναι μεγάλα και ευκίνητα και η οδοντοστοιχία αποτελείται από έξι κοπτήρες σε κάθε γνάθο, τους οποίους ακολουθεί ένας κενός χώρος, οι ατροφικοί κυνόδοντες, οι τρεις προγόμφιοι και οι τρεις γομφίοι σε κάθε πλευρά. Τα πόδια των ιππίδες είναι λεπτά αλλά δυνατά. Ο βραχίονας και ο μηρός είναι εσωτερικοί στο σώμα. Από τις αρθρώσεις, το γόνατο και ο ταρσός αντιστοιχούν στον καρπό και στα σφυρά του ανθρώπου.
Το κατώτερο μέρος του άκρου αποτελείται από το προκνήμιο, το οποίο αντιστοιχεί στο μετακάρπιο ή στο μετατάρσιο. Αυτό ακολουθείται από τρεις φάλαγγες, από τις οποίες η τελευταία είναι ενσωματωμένη στην οπλή.
Τα άγρια ή ημιάγρια είδη της οικογένειας ζουν σε αγέλες στην Ασία και στην Αφρική, στη Βόρεια και Νότια Αμερική και στην Αυστραλία.
Όλα αυτά τα ζώα είναι φυτοφάγα και εξημερώνονται εύκολα.
περισσοδάκτυλα (Perissodactyla)
Τάξη οπληφόρων θηλαστικών η οποία περιλαμβάνει, εκτός από διάφορες οικογένειες που έχουν πια εξαφανιστεί, τα άλογα, τους ρινόκερους και τους ταπίρους.
Τα π. χαρακτηρίζονται κυρίως από την αξιοσημείωτη ανάπτυξη του τρίτου δάχτυλου σε σχέση με τα υπόλοιπα δάχτυλα περιορισμένα γενικά. Tο στομάχι είναι απλό και δεν υπάρχει χοληφόρος κύστη.
Οι κογχικές κοιλότητες είναι, λιγότερο από τους Ιππίδες, ανοιχτές και στην πίσω πλευρά οι κυνόδοντες είναι μικροί ή, σε μερικά είδη, λείπουν τελείως.
Στα π. ανήκει και το εξαφανισμένο πια γένος βροντοθήριο της οικογένειας των Τιτανοθηρίων.
Το γένος αυτό περιλάμβανε μεγάλα ζώα, όμοια προς τους ρινόκερους που έφεραν στο κρανίο οστέινες προεξοχές· το ύψος τους μέχρι το ακρώμιο μπορούσε να φτάσει τα 2,5 μ.
Τα ζώα αυτά έζησαν στην Ασία και στη Βόρεια Αμερική κατά το παλαιογενές και εξαφανίστηκαν κατά το ολιγόκαινο· τα απολιθωμένα λείψανά τους είναι σχετικά άφθονα στις Ην. Πολιτείες.
Τάξη οπληφόρων θηλαστικών η οποία περιλαμβάνει, εκτός από διάφορες οικογένειες που έχουν πια εξαφανιστεί, τα άλογα, τους ρινόκερους και τους ταπίρους.
Τα π. χαρακτηρίζονται κυρίως από την αξιοσημείωτη ανάπτυξη του τρίτου δάχτυλου σε σχέση με τα υπόλοιπα δάχτυλα περιορισμένα γενικά. Tο στομάχι είναι απλό και δεν υπάρχει χοληφόρος κύστη.
Οι κογχικές κοιλότητες είναι, λιγότερο από τους Ιππίδες, ανοιχτές και στην πίσω πλευρά οι κυνόδοντες είναι μικροί ή, σε μερικά είδη, λείπουν τελείως.
Στα π. ανήκει και το εξαφανισμένο πια γένος βροντοθήριο της οικογένειας των Τιτανοθηρίων.
Το γένος αυτό περιλάμβανε μεγάλα ζώα, όμοια προς τους ρινόκερους που έφεραν στο κρανίο οστέινες προεξοχές· το ύψος τους μέχρι το ακρώμιο μπορούσε να φτάσει τα 2,5 μ.
Τα ζώα αυτά έζησαν στην Ασία και στη Βόρεια Αμερική κατά το παλαιογενές και εξαφανίστηκαν κατά το ολιγόκαινο· τα απολιθωμένα λείψανά τους είναι σχετικά άφθονα στις Ην. Πολιτείες.