Ελαφόχοιρος (Babyrousa)
Κοινή ονομασία αρτιοδάκτυλων θηλαστικών του γένους Babyrousa της οικογένειας των χοιριδών.
Το σώμα του μοιάζει με αυτό του γουρουνιού, έχει κυλινδρικό σχήμα, αλλά είναι μικρότερο, με μήκος 85-110 εκ. και ύψος στο ακρώμιο 65-80 εκ., και στηρίζεται σε πολύ λεπτά πόδια. Το πιο ιδιαίτερο μορφολογικό χαρακτηριστικό του ε. είναι η παρουσία καμπύλων χαυλιοδόντων με ανοδική κλίση, οι οποίοι είναι στην πραγματικότητα υπεραναπτυγμένοι άνω κυνόδοντες.
Τα δόντια αυτά έχουν μήκος 30 εκ. και θραύονται σχετικά εύκολα.
Χρησιμοποιούνται ως αμυντικά όπλα από τα αρσενικά άτομα στις μάχες, κατά την αναπαραγωγική περίοδο, με τρόπο παρόμοιο με αυτόν που τα ελάφια χρησιμοποιούν τα κερατά τους· σε αυτό το χαρακτηριστικό οφείλεται και η κοινή ονομασία του ζώου. Οι κυνόδοντες της κάτω γνάθου προεξέχουν επίσης, αλλά έχουν μικρότερο μήκος από τους άνω· τα θηλυκά άτομα έχουν μικρότερους χαυλιόδοντες.
Το σώμα του ε. δεν καλύπτεται από τρίχες και το χρώμα του ποικίλλει από καφέ μέχρι γκρίζο.
Η ουρά του είναι λεπτή και έχει μήκος περίπου 30 εκ. Τα θηλυκά, μετά από περίοδο κύησης 5 μηνών, γεννούν 1-3 μικρά.
Οι ε. είναι παμφάγα ζώα και τρέφονται κυρίως με φρούτα, καρπούς, έντομα και μικρά ζώα.
Συναντώνται κυρίως στα τροπικά δάση και στις όχθες των ποταμών της Ινδονησίας.
Ο άνθρωπος κυνηγά τον ε. για το νόστιμο κρέας του, με αποτέλεσμα το είδος να κινδυνεύει με εξαφάνιση.