
Ζώο που ανήκει στο είδος lama guanicos της οικογένειας των καμηλίδων, της τάξης των αρτιοδάκτυλων θηλαστικών. Από πολλούς θεωρείται ως το είδος από το οποίο προέρχονται το λάμα και το αλπακά, είδη που σήμερα είναι εξημερωμένα ενώ το ίδιο το γουανάκο δεν έχει εξημερωθεί εντελώς μέχρι σήμερα. Σε πλήρη ανάπτυξη ξεπερνά το 1,5 μ. σε μήκος και το 1 μ. σε ύψος και ζυγίζει περίπου 90 κιλά.
Έχει μικρό κεφάλι με ευκίνητα αφτιά και
μεγάλα μάτια και διαθέτει λεπτά, μακριά πόδια και λαιμό. Το πυκνό, πλούσιο τρίχωμά του είναι μακρύτερο στον κορμό και στον λαιμό· το χρώμα του είναι καστανοκόκκινο, εκτός από το κάτω μέρος του σώματος που είναι λευκό. Το γουανάκο ζει κυρίως σε ανοιχτές πεδιάδες, από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι τα 4.000 μ.
Σχηματίζει μικρές αγέλες οι οποίες αποτελούνται από ένα ενήλικο αρσενικό και πολλά θηλυκά με τα μικρά τους, ενώ υπάρχουν και ομάδες μόνο με αρσενικά άτομα.
Τα ζώα αυτά τρέχουν γρήγορα, αλλά είναι επίσης ικανά στην κολύμβηση.
Το θηλυκό γεννά ένα μόνο μικρό ύστερα από κύηση 3 μηνών.
Το γουανάκο θεωρείται απειλούμενο και προστατευόμενο είδος, καθώς έφτασε στα πρόθυρα της εξαφάνισης ύστερα από ανηλεές κυνήγι εκατοντάδων ετών.
Θεωρείται από πολλούς επιστήμονες ως ο άγριος πρόγονος από τον οποίο προέρχεται το εξημερωμένο συγγενικό είδος Lama pacos ή αλπακά.