
γένος μικρών πιθήκων, πρωτευόντων λεμουρίων τής οικογένειας λορισίδες (lorisidae), που ζει στην Ινδοκίνα, τη Σουμάτρα και την Ιάβα.
Τα ζώα αυτά έχουν βαρύ σώμα, κοντά πόδια και δεν έχουν καθόλου ουρά. Το μήκος τους κυμαίνεται από 32 έως 40 εκατοστά.
Οι πίθηκοι του είδους αυτού είναι καρτερικοί και συνηθίζουν εύκολα στην αιχμαλωσία.
Ζουν ομαδικά σε δασώδεις περιοχές.
Περιλαμβάνει τρία είδη, τα Nycticebus coucang, Nycticebus pygmaeus και Nycticebus bengalensis, τα οποία συναντώνται στη νοτιοανατολική Ασία.
Οι ν. είναι μικρόσωμα, νυκτόβια πρωτεύοντα τα οποία ζουν πάνω στα δέντρα. Χαρακτηρίζονται από υποτυπώδη ουρά, μεγάλα μάτια και βραχύ ρύγχος. Έχουν κοντή και πυκνή γούνα, το χρώμα της οποίας ποικίλλει από ανοιχτό γκρίζο-καφέ έως σκούρο καστανοκόκκινο στην άνω επιφάνεια, και από άσπρο έως γκριζωπό στην κάτω· συνήθως, υπάρχει μια σκουρόχρωμη γραμμή κατά μήκος του λαιμού και της ράχης.
Τα αφτιά τους είναι μικρά και στρογγυλά, σχεδόν κρυμμένα μέσα στη γούνα τους. Ο αντίχειράς τους είναι αντιτακτός, γεγονός που τους επιτρέπει να αναρριχώνται με ευκολία πάνω στα δέντρα. Τρέφονται κυρίως με έντομα, αβγά και νεοσσούς πουλιών και μικρά θηλαστικά· στη δίαιτά τους, ωστόσο, περιλαμβάνονται και φρούτα ή άλλα τμήματα φυτών.
Όπως όλοι οι λορισόμορφοι, οι ν. αναπαράγονται μόνο σε περιόδους αφθονίας τροφής. Τα θηλυκά γεννούν, κατά κανόνα, ένα μόνο μικρό, το οποίο μετά τη γέννησή του γραπώνεται στην κοιλιά της μητέρας του μέχρι να αποκτήσει σχεδόν το μέγεθός της.
Οι ν. παράγουν μια τοξίνη –ένα πολυπεπτίδιο– από τους βραχιόνιους αδένες τους, την οποία αναμειγνύουν με το σάλιο τους. Η τοξίνη αυτή εξυπηρετεί στην άμυνά τους, απωθώντας ορισμένους τουλάχιστον από τους θηρευτές τους, γι’ αυτό και οι μητέρες συνηθίζουν να καλύπτουν τα μικρά τους με σάλιο όταν τα αφήνουν μόνα τους.
Χαρακτηρίζονται, γενικά, από αργές κινήσεις, αν και έχουν την ικανότητα γρήγορης μετακίνησης, ιδίως όταν ενοχλούνται ή όταν κυνηγούν την τροφή τους. Όταν ενοχληθούν, παράγουν έναν οξύ ήχο και, γενικά, χρησιμοποιούν μια ποικιλία ηχητικών σημάτων για να επικοινωνούν μεταξύ τους.
Είναι μοναχικά ζώα και συνηθίζουν να σημαδεύουν την περιοχή τους. Κατά τη διάρκεια της ημέρας κοιμούνται σε κοιλότητες δέντρων ή πάνω σε κλαδιά. Το είδος Nycticebus coucang παρουσιάζει ευρύτερη εξάπλωση από τα υπόλοιπα· συναντάται στα τροπικά δάση της ανατολικής Ινδίας, της χερσονήσου της Ινδοκίνας, της Ινδονησίας και των Φιλιππίνων. Είναι το μεγαλύτερο είδος, με μήκος που κυμαίνεται μεταξύ 30 και 38 εκ. και βάρος περίπου 2 κιλά.
Οι ιθαγενείς έχουν συνδέσει το ζώο αυτό με πολλούς μύθους και δοξασίες και αποδίδουν σε αυτό υπερφυσικές ιδιότητες.
Το είδος Nycticebus bengalensis, που συναντάται στο Μπανγκλαντές, είναι παρόμοιο με το προηγούμενο και θεωρείται υποείδος του από ορισμένους επιστήμονες. Το είδος Nycticebus pygmaeus συναντάται στα δάση διαφόρων χωρών της νοτιοανατολικής Ασίας, όπως το Βιετνάμ, η Κίνα, η Ταϊλάνδη, το Λάος και η Καμπότζη.
Έχει συνολικό μήκος 15-25 εκ. και ζυγίζει περίπου 1 κιλό. Παρά το μικρό του μέγεθος, έχει την ικανότητα να κινείται με μεγάλη ταχύτητα ανάμεσα στα κλαδιά. Θεωρείται είδος απειλούμενο με εξαφάνιση.