Ονδάτρα (Ondatra)
Γένος ημιυδρόβιων τρωκτικών της οικογένειας των κρικητιδών, με μοναδικό αντιπρόσωπο το είδος Ondatra zibethica.
Είναι γνωστό και με την κοινή ονομασία μοσχοποντικός ή μοσχόμυς, γιατί φέρει στην πρωκτική περιοχή δύο αδένες που εκκρίνουν μια ουσία με μυρωδιά μόσχου.
Με την ουσία αυτή οι ονδάτρες επικοινωνούν μεταξύ τους κατά την αναπαραγωγική περίοδο, αλλά και όταν κινδυνεύουν από θηρευτές.
Το τρωκτικό αυτό, που θυμίζει στη μορφή μικρό κάστορα, έχει συνολικό μήκος 40-65 εκ., από τα οποία περίπου τα μισά καταλαμβάνει η ουρά.
Έχει πολύ μεγάλο κεφάλι με μικρά μάτια και αφτιά και το άνω χείλος του φέρει βαθιά σχισμή.
Τα μπροστινά άκρα του είναι κοντά και καταλήγουν σε τέσσερα δάχτυλα, ενώ τα πίσω είναι ισχυρότερα και καταλήγουν σε πέντε δάχτυλα, τα οποία ενώνονται μερικώς με νηκτική μεμβράνη.
Το σώμα του καλύπτεται από απαλό και πυκνό τρίχωμα σκούρου καφέ χρώματος στη ράχη, καστανού στα πλευρά και ανοιχτότερου στην κοιλιά.
Κάτω από το τρίχωμα παγιδεύεται αέρας, εξασφαλίζοντας θερμική μόνωση και πλευστότητα.
Η ουρά είναι πλευρικά πεπιεσμένη και επενδύεται από μικρές φολίδες και λίγες τρίχες.
Οι μοσχοποντικοί μετακινούνται σχετικά αργά στο έδαφος, αλλά κολυμπούν με μεγάλη επιδεξιότητα, με τη βοήθεια της ουράς τους που χρησιμεύει σαν πηδάλιο.
Φωλιάζουν κατά ομάδες στις όχθες των ποταμών, των λιμνών και των βάλτων, όπου αναζητούν την τροφή τους, η οποία είναι κυρίως φυτικής προέλευσης, μικρά ψάρια, μαλάκια και προνύμφες.
Η φωλιά τους μπορεί να είναι ένας σωρός από φυτικές ουσίες ή λαγούμια που σκάβουν τα ζώα στο έδαφος της όχθης. Τα θηλυκά είναι πολύ γόνιμα· γεννούν πολλές φορές τον χρόνο από ένα έως έντεκα μικρά.
Η ονδάτρα κατάγεται από τη Βόρεια Αμερική, αλλά με την εξαγωγή της προς εκτροφή για τη γούνα της, είναι σήμερα διαδεδομένη σε αρκετές χώρες, ιδιαίτερα της Ευρώπης. Η γούνα της είναι περιζήτητη και το κρέας της είναι εδώδιμο.