
Οικογένεια τρωκτικών θηλαστικών. Περιλαμβάνει εννέα αρτίγονα γένη με περισσότερα από 35 είδη, τα οποία ζουν αποκλειστικά στη Βόρεια και Κεντρική Αμερική.
Οι γεωμυΐδες είναι ζώα γνωστά από τη μειόκαινο εποχή του καινοζωικού αιώνα, αλλά οι περισσότεροι αντιπρόσωποι της οικογένειας έχουν εκλείψει.
Η κατασκευή του σώματός τους είναι πλήρως προσαρμοσμένη στο σκάψιμο και στην υπόγεια διαβίωση.
Έχουν κοντόχοντρο, εύρωστο σώμα, μήκους 20-30 εκ., καλυμμένο με κοντό, συνήθως καφέ ή μαύρο τρίχωμα, και πλατύ πεπιεσμένο κεφάλι με μικρά αφτιά και μάτια· το στόμα τους διαθέτει πολύ ισχυρούς κοπτήρες, οι οποίοι προεξέχουν ακόμα και όταν είναι κλειστό.
Διαθέτουν κοντά και δυνατά άκρα και τα πλατιά πόδια τους φέρουν πέντε δάχτυλα εφοδιασμένα με ισχυρά, γαμψά νύχια μακρύτερα στα μπροστινά πόδια.
Η ουρά τους είναι κοντόχοντρη με αραιό τρίχωμα και ιδιαίτερα ευαίσθητη στα ερεθίσματα· με τη βοήθειά της τα ζώα αυτά μετακινούνται προς τα πίσω με την ίδια ευκολία που μετακινούνται μπροστά.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της οικογένειας είναι οι γναθοθύλακοι, μεγάλες τριχωτές σακούλες που βρίσκονται πίσω από τις παρειές και χρησιμεύουν για την αποθήκευση της τροφής.
Με τη βοήθεια των κοπτήρων και των νυχιών τους, διανοίγουν τρύπες στο έδαφος και κατασκευάζουν υπόγειες στοές· ζουν μοναχικά και μόνο την άνοιξη εγκαταλείπουν τις στοές τους για να ζευγαρώσουν.
Τα θηλυκά γεννούν 2-10 μικρά μία φορά τον χρόνο.
Είναι αδηφάγα τρωκτικά και τρέφονται με κάθε είδους υπόγεια βλάστηση, ρίζες, βολβούς και κονδύλους, καταστρέφοντας τα δέντρα και τους λαχανόκηπους.
Το γνωστότερο γένος της οικογένειας είναι ο Geomys.