Σκαντζόχοιρος (erinaceus europaeus)🦔
θηλαστικό, της οικογένειας των Ακανθοχοιριδών, ερινακεΐδων (erinaceidae), της τάξης των εντομοφάγων (insectivora).
Μήκους 30 περίπου εκ., από τα οποία 2-3 ανήκουν στην ουρά, ο σκαντζόχοιρος είναι διαδομένος με διάφορα υποείδη σ’ όλη σχεδόν την Ευρώπη, καθώς και στη Σιβηρία, αλλά όχι πιο βόρεια από τον 55° παράλληλο.
Όπως και άλλοι εκπρόσωποι της υποοικογένειας των Ακανθοχοιρινών στην οποία ανήκει, ο σκαντζόχοιρος έχει τη ράχη, τα πλευρά και το ανώτερο τμήμα της κεφαλής εφοδιασμένα με πυκνά αγκάθια, μήκους 2-3 εκ.· ρύγχος, πόδια και κατώτερες ζώνες του σώματος, αντίθετα, καλύπτονται από καφέ αραιό τρίχωμα.
Ο σκαντζόχοιρος, που λέγεται και ακανθόχοιρος, παρά το γεγονός ότι μπορεί να κατοικεί σε διάφορα μέρη, δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στις δασώδεις ή θαμνώδεις ζώνες, όχι υπερβολικά υγρές.
Την ημέρα παραμένει γενικά κρυμμένος μεταξύ των φυλλωμάτων, σε κοιλότητες του εδάφους, ή σε φωλιά που σκάβει στο έδαφος σε βάθος πάνω από 50 εκ.
Κατά τις εσπερινές και νυχτερινές ώρες βγαίνει σ’ αναζήτηση της τροφής, που αποτελείται από μικρά ζώα και καρπούς.
Για να προστατευτεί απ’ τους εχθρούς του, ο σκαντζόχοιρος, όπως είναι γνωστό, κουλουριάζεται και παίρνει σφαιρικό σχήμα: αυτό το καταφέρνει χάρη σε κατάλληλους υποδόριους μυς. Ο σκαντζόχοιρος περνά το χειμώνα σε νάρκη.

Η αναπαραγωγή γίνεται το καλοκαίρι: ύστερα από κύηση 40 περίπου ημερών, το θηλυκό γεννά γενικά 3-6 μικρά, καλυμμένα αρχικά με μαλακά αγκάθια.
Ο σκαντζόχοιρος μπορεί να θεωρηθεί χρήσιμος γιατί καταστρέφει πολλά βλαβερά έντομα.