Κερκόκιβος (Cercocebus)
Γένος καταρρίνων πιθήκων, οι οποίοι είναι διαδεδομένοι στη δυτική και στην κεντρική Αφρική.
Το λεπτό, ευκίνητο και μικρών διαστάσεων σώμα τους αποκτά μέσο μήκος 50 εκ. μαζί με το κεφάλι· η ουρά τους έχει άλλο τόσο μήκος, αλλά είναι ακατάλληλη ως συλληπτήριο όργανο, ενώ τα άκρα τους είναι προσαρμοσμένα για δενδρόβια ζωή.
Οι κερκόκιβοι συχνά συγχέονται με τους –περισσότερο γνωστούς– χιμπατζήδες, ωστόσο είναι μεγαλύτεροι από αυτούς.
Τα πιο γνωστά είδη είναι ο μαύρος κερκόκιβος (Cercocebus fuliginosus) της Λιβερίας και της Γουινέας, ο οποίος έχει χαρακτηριστικό, έντονο μαύρο τρίχωμα, και ο κερκόκιβος ο λευκοπάρειος (Cercocebus albigena) του Καμερούν, της Γκάνα και του Κονγκό, με κοπτήρες μεγάλου μεγέθους.