Ρακούν ή προκύων, raccoon (Procyon lotor)
Κοινή ονομασία των σαρκοφάγων θηλαστικών του γένους Procyon της οικογένειας των προκυονιδών. Το γένος περιλαμβάνει 7 είδη, τα οποία είναι ιθαγενή της Αμερικής. Το πιο διαδεδομένο είδος είναι το Procyon lotor (κοινό ρακούν), το οποίο είναι εξαπλωμένο σε μια μεγάλη περιοχή της ηπείρου, από τον Καναδά μέχρι την Βραζιλία. Πρόκειται για ζώο μετρίου μεγέθους, με κοντόχοντρο σώμα, μήκους 60-100 εκ., από τα οποία τα 20-40 εκ. ανήκουν στην ουρά. Καλύπτεται από μακρύ και πυκνό τρίχωμα γκριζοκάστανου χρώματος και έχει φουντωτή ουρά που φέρει 6-7 μαύρους, εγκάρσιους δακτυλίους.
Χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι το μαύρο τρίχωμα στην περιοχή γύρω από τα μάτια, που μοιάζει με μάσκα. Τα πόδια του είναι κοντά με πέντε δάχτυλα το καθένα και τα πέλματά του είναι γυμνά. Είναι πολύ καλός αναρριχητής, αλλά και ικανός κολυμβητής. Ζει κυρίως σε πυκνά δάση κατά μικρές αγέλες και προτιμά τοποθεσίες κοντά σε νερό, αλλά προσαρμόζεται εύκολα και σε περιοχές όπου η παρέμβαση του ανθρώπου είναι έντονη, ακόμα και στις πόλεις.

Είναι παμφάγο και νυκτόβιο ζώο. Η τροφή του αποτελείται κυρίως από τρωκτικά, ερπετά, αμφίβια, ψάρια και πουλιά, ενώ τρώει επίσης αβγά και καρπούς. Το ρ. είναι ζωηρό και ευκίνητο ζώο και ζει νόμιμα ως κατοικίδιο σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ, παρότι δεν μπορεί να εξημερωθεί πλήρως και μπορεί κάποιες φορές να γίνει επικίνδυνο.
Χαρακτηριστική είναι η συνήθεια του ζώου αυτού να πλένει την τροφή του πριν τη φάει· το γεγονός αυτό υποδηλώνει και το δεύτερο συνθετικό της επιστημονικής του ονομασίας (lotor). Η συμπεριφορά αυτή δεν έχει σκοπό το καθάρισμα της τροφής και ο λόγος για τον οποίο παρατηρείται δεν είναι εξακριβωμένος.
Λόγω του αμείλικτου κυνηγιού από τον άνθρωπο για την πολύτιμη γούνα του, οι πληθυσμοί του ρ. παρουσίασαν στο παρελθόν σημαντική μείωση.
Άλλο γνωστό είδος ρ. είναι το Procyon cancrivorus, το οποίο συναντάται στη Νότια Αμερική. Είναι μικρότερο σε σχέση με το προηγούμενο και φέρει πιο μακριά ουρά· τα δόντια του είναι ισχυρότερα και το τρίχωμά του πιο κοντό.



Ρακούν ή Προκύων (Procyon)
Γένος σαρκοφάγων θηλαστικών της οικογένειας των προκυονιδών. Ζουν κυρίως στις περιοχές από τον Καναδά μέχρι τη Βραζιλία.
Το ζώο αυτό έχει τρίχωμα σταχτί και ουρά με λευκές λωρίδες. Το σώμα του έχει μήκος 75 εκ.
Ζει κυρίως κοντά σε τρεχούμενα νερά, όπου τη νύχτα, αναζητάει την τροφή του, κυρίως βατράχους, χελώνες, καραβίδες, τρωκτικά και μικρά πουλιά· συνηθίζει μάλιστα, πριν τα φάει, να τα πλένει στο νερό.


Προκύων ο πλύντης (Procyon lotor)
Θηλαστικό της οικογένειας των προκυνιδών ή προκυονιδών, της τάξης των σαρκοφάγων.
Ο δεύτερος όρος του ονόματός του οφείλεται στην ιδιόρρυθμη συνήθεια του ζώου να πλένει την τροφή πριν την φέρει στο στόμα· λόγω της συνήθειάς του αυτής, ο π. παραμένει γενικά κοντά σε τοποθεσίες πλούσιες σε νερά.
Το σαρκοφάγο αυτό, που είναι διαδεδομένο από τον Καναδά έως την Αργεντινή, έχει μήκος κατά μέσο όρο ένα μέτρο, συμπεριλαμβανομένης και της ουράς, η οποία καταλαμβάνει περίπου 30 εκ.
Ζει στα πυκνά δάση κυνηγώντας, και κατά τη νύχτα και κατά την ημέρα, τρωκτικά, ερπετά, αμφίβια, ψάρια, ακόμα και πουλιά που τα αιφνιδιάζει στη φωλιά.
Ευκίνητος, δραστήριος, με ζωηρό χαρακτήρα, ο π. ζει κατά μικρές αγέλες.
Για την ωραία γούνα του το σαρκοφάγο αυτό γνώρισε για πολύ καιρό αμείλικτο κυνήγι.