Γιαπόκ (Chironectes minimus)
Κοινή ονομασία του μαρσιποφόρου θηλαστικού Chironectes minimus, της οικογένειας των διδελφιδών· είναι ο μοναδικός αντιπρόσωπος του γένους, γνωστός και με την ονομασία υδρόβιο οπόσουμ.
Το γ., ιθαγενές της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής, διακρίνεται από τα τυπικά μαρσιποφόρα γιατί είναι προσαρμοσμένο στην ημιυδρόβια διαβίωση: το τρίχωμά του είναι αδιάβροχο και τα δάχτυλα των πίσω άκρων του είναι ενωμένα με νηκτική μεμβράνη, η οποία το βοηθά ιδιαίτερα στην κολύμβηση.
Το μήκος του υπερβαίνει τα 60 εκ., από τα οποία περίπου τα μισά ανήκουν στην ουρά. Το κοντό και πυκνό τρίχωμα της γούνας του είναι μαύρο με γκρίζες περιοχές στα πλευρά και στο πρόσωπο.
Στο κεφάλι φέρει στρογγυλά, γυμνά αφτιά, ενώ διαθέτει μουστάκι και αισθητήριες τρίχες πάνω από τα μάτια, σαν φρύδια.
Η ουρά φέρει στη βάση μαύρες τρίχες και συνεχίζει γυμνή και φολιδωτή, καταλήγοντας σε λευκή ή κίτρινη άκρη.
Το γιαπόκ ζει κοντά σε νερά της ενδοχώρας, από το Μεξικό μέχρι την Αργεντινή.
Την ημέρα παραμένει στη φωλιά του, την οποία κατασκευάζει στο έδαφος ανάμεσα στα φυτά, στις όχθες των ποταμών· τη νύχτα εισέρχεται στο νερό όπου κυνηγά κυρίως ψάρια, αμφίβια και διάφορα υδρόβια ασπόνδυλα.
Το θηλυκό είναι εφοδιασμένο με ιδιαίτερα ανεπτυγμένο μάρσιπο, το άκρο του οποίου κλείνει υδατοστεγώς με ένα σφιγκτήρα μυ, για να μην πνίγονται τα μικρά όταν κολυμπάει η μητέρα.