
Γένος πλατύρρινων πιθήκων της τάξης των πρωτευόντων θηλαστικών. Περιλαμβάνει διάφορα είδη, που ζουν στην Κεντρική και Νότια Αμερική κατ’ αγέλες στα ισημερινά δάση.
Το μήκος του σώματός τους μαζί με το κεφάλι είναι 37-62 εκ., ενώ η ουρά μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 50 εκ. και συχνά ξεπερνά σε μήκος το σώμα. Το κεφάλι είναι μικρό, ενώ τα άκρα (όπως και η ουρά) είναι πολύ μακριά συγκριτικά με το σώμα. Τα δάχτυλά τους είναι μακριά και καμπυλωτά, ενώ ο αντίχειράς τους είναι υποτυπώδης ή απουσιάζει τελείως. Είναι ημερόβιοι οργανισμοί και προσαρμοσμένοι στη δενδρόβια διαβίωση. Έχουν εξαιρετικά ευέλικτους ώμους και είναι από τα πιο ευκίνητα ζώα του τροπικού δάσους, όπου μετακινούνται γρήγορα ανάμεσα στα δέντρα, με τη βοήθεια των άνω άκρων και της ισχυρής συλληπτήριας ουράς τους. Οι πίθηκοι αυτοί γεννούν κάθε 2-3 χρόνια. Διαβιούν στα τροπικά δάση της Αμερικής, σε μια περιοχή που εκτείνεται από το νότιο Μεξικό έως τη Βολιβία και τη Βραζιλία, όπου ζουν σε ομάδες των 2-8 ατόμων. Τρέφονται με καρπούς, φύλλα, τα οποία διαλέγουν επιμελώς, και άνθη.
Ένα είδος που ζει στη Βραζιλία (ateles paniscus) έχει σώμα λεπτό, μικρό κεφάλι, τέσσερα μακριά και αδύνατα άκρα και μια μακριά ουρά πολύ ευκίνητη που του επιτρέπει να πηδά με πολύ μεγάλη ευκολία από το ένα κλαδί στο άλλο.
Το τρίχωμα του είδους αυτού είναι ομοιόμορφα μαύρο, κοντό και δεν καλύπτει το πρόσωπό του.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, έχει έναν αργό αναπαραγωγικό κύκλο, το θηλυκό γεννά κάθε δύο έως τέσσερα χρόνια, μετά από κυοφορία 230 ημερών.
Κάποιοι επιστήμονες αποδέχονται μόνο ένα είδος ατελή, στο οποίο υπάγονται εννέα υποείδη που διακρίνονται με βάση τις διαφορές στον χρωματισμό του τριχώματός τους. Αυτή η θεωρία ενισχύεται από το γεγονός ότι όλοι οι πίθηκοι του γένους έχουν μαύρο τρίχωμα στη ραχιαία πλευρά των άκρων τους, ενώ στα υπόλοιπα μέρη του σώματος το χρώμα ποικίλλει.