
Γένος μηρυκαστικών θηλαστικών, της οικογένειας των βοοειδών, της τάξης των αρτιοδακτύλων, γνωστό παλαιότερα ως βουβαλίς. Περιλαμβάνει 3 είδη και το ένα περιλαμβάνει 6 υποείδη, το Alcelaphus buselaphus, το οποίο συναντάται σε διάφορες περιοχές της βόρειας και της νότιας Αφρικής.
Πρόκειται για μεγάλη αντιλόπη μήκους 1,8-3,2 μ., μαζί με την ουρά, ύψους μέχρι το ακρώμιο 1,1-1,5 μ. και βάρους 100-225 κιλών.
Το τρίχωμα του α. είναι κοντό, απαλό και καστανού χρώματος με λευκές κηλίδες στους γοφούς και μαύρες στο μέτωπο, στους ώμους και στους μηρούς. Έχει μεγάλο κεφάλι, μεγάλα και μακριά αφτιά, θυσανωτή ουρά και μεγάλους ευδιάκριτους αδένες κάτω από τα μάτια. Τα χοντρά του κέρατα, μήκους 45-70 εκ., ενωμένα αρχικά, ανοίγουν σε σχήμα λύρας.
Στην Ερυθραία και στην Αιθιοπία ζει το υποείδος αλκέλαφος τορά (Alcelaphus buselaphus tora), το οποίο κινδυνεύει με εξαφάνιση λόγω του εντατικού κυνηγιού, που είναι μεγάλη αντιλόπη με κοντό τρίχωμα, καστανό κοκκινωπό, με μερικά μόνο μαύρα σημάδια στο κεφάλι και στα πόδια. Έχει αφτιά μεγάλα και μακριά. Τα χοντρά του κέρατα ανοίγουν σε σχήμα λύρας και ενώ αρχικά υψώνονται ίσια, έπειτα λυγίζουν προς τα πίσω.
Στην περιοχή του ποταμού Ζαμβέζη ζει το κόντσι αλκέλαφος του Λιχτενστάιν (Alcelaphus lichtensteinii). Συγγενικά είδη ζουν και σε άλλα μέρη της Αφρικής (Σουδάν, περιοχή Τσαντ, Αιθιοπία, Σομαλία, Τράνσβααλ κλπ.).
Τα ζώα αυτά προτιμούν τις στεπώδεις και υποερημικές ζώνες, όπου περιφέρονται σε κοπάδια, κάποτε μαζί με ζέβρες και στρουθοκαμήλους.
Τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα, πηδούν, συχνά όμως σταματούν και γυρίζουν πίσω για να κοιτάξουν ποιος τα καταδιώκει· αυτή τους η περιέργεια είναι κάποτε μοιραία, επειδή ευνοεί το ζώο που τους κάνει επίθεση. Λείψανα απολιθωμένων α. βρέθηκαν σε στρώματα της πλειστόκαινης περιόδου του καινοζωικού αιώνα, ακόμη και στην Ευρώπη. Το γεγονός αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη ότι οι α. είναι ένα από τα αρχαιότερα ζώα που επιβίωσαν έως τις μέρες μας.